Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου Καστελλίου και Βιάννου

Ανδρέα Νανακη

Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης
«Σχέσεις Εκκλησίας και αριστεράς στην Ελλάδα μεταξύ του 20ου και 21ου αιώνα».

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013


           

Ὅταν ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐπισκέφθηκε τή λίμνη Κερκίνη στίς 25 Ὀκτωβρίου 2012, ἡ γερόντισσα κυρά Εὐανθία τόν προσκύνησε μέ τήν κυριολεξία τοῦ ὅρου καί τόν παρακάλεσε ἐκ καρδίας νά διαβάσει ὁ Πατριάρχης μιά εὐχή γιά τόν γιό της, τόν Γιῶργο, πού εἶχαν βρεῖ σκοτωμένο. Τό βίντεο[1] μέ τή σκηνή καί τό διάλογο εἶναι ἀποκαλυπτικότατο καί παραστατικότατο. «Σέ παρακαλῶ ἕνα εὐχή διάβασε ἐδῶ ὅπως εἶσαι, Γιῶργο τό λένε», ἐπαναλαμβάνει πολλές φορές στόν Πατριάρχη ἡ γερόντισσα Εὐανθία. Ὁ Πατριάρχης διάβασε τήν εὐχή. Ἡ κυρά Εὐανθία πού εἶχε πέσει στή γῆ, εἶχε προσκυνήσει τόν Πατριάρχη καί τοῦ εἶχε φιλήσει τά ἱμάτια, σταυροκοπούμενη σήκωσε εὐχαριστιακά τά χέρια της στόν οὐρανό λέγοντας «Μέ ἀξίωσες, Θέ μου, τό Γιῶργο μου συγχώρεσε. Ἀκοινώνητος πῆγε». Ὅ,τι καί ὅσα ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας φρονεῖ, πιστεύει, λιτανεύει καί παραδίδει στούς εἴκοσι ἕνα αἰῶνες τῆς ἐπουράνιας καί ἐπίγειας πορείας της, συνοψίζονται καί τελετουργοῦνται στή βιβλική συνάντηση, παράκληση καί εὐχαριστία τῆς κυρά Εὐανθίας μέ τόν  Οἰκουμενικό Πατριάρχη, γιά τόν Γιῶργο της πού πῆγε ἀκοινώνητος, ἀλλά μέ τό μνημόσυνό του, καί μάλιστα ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, ἡ ψυχή του καί ἡ ψυχή τῆς μάνας βρῆκαν ἀνάπαυση[2].

 

Ἡ γερόντισσα Εὐανθία μέ τήν ἁπλότητά της ἐκφράζει τή σωτηριολογική καί ἐσχατολογική συνείδηση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας στήν αὐθεντικότερη, οὐσιαστικότερη, πηγαία καί καθαρή μορφή του. Παράλληλα, ἀπαντάει καί στό θέμα τῆς σχέσης θεσμοῦ καί χάρης.

Τό θέμα τοῦ ἄρθρου μου εἶναι «Σχέσεις Ἐκκλησίας καί ἀριστερᾶς στήν Ἑλλάδα, μεταξύ τοῦ 20οῦ καί 21ου αἰῶνα»[3].

«Ἡ Ἐκκλησία συγκροτεῖ τό μυστήριο τῆς διηνεκοῦς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο καί στήν ἀνθρωπότητα, κορυφούμενο μέ τή γέννηση, τό πάθος καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐκκλησιαστική κοινότητα συναντᾶται προσωπικά καί συλλογικά, μέ τό  ἀποκαλυπτικό καί βιωματικό μυστηριακό γεγονός τοῦ Πατρός καί τοῦ Ὑιοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέχεται  τά γενόμενα ἀπό  αὐτή τήν πνευματική σχέση, τά ὁποῖα πολλάκις γιά τόν πιστό, ὑπό τή δοκιμασία τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων εἶναι ὀδυνηρά, ἀλλά πάντοτε ψυχωφελῆ καί πρός πνευματική οἰκοδομή. Ἡ ἐκκλησιαστική ἐμπειρία καί τό βίωμα τῆς συλλογικῆς ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης, ἐπίγειας καί οὐράνιας, μᾶς γνωρίζουν, ὅτι τόν πρῶτο ἀλλά καί τελευταῖο λόγο στά δρώμενα τόν ἔχει ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἡ ἐκκλησιαστική κοινότητα μέ τά βιώματά της καί τήν ἐμπειρία της, ἐπηρεάζει καθημερινά καί καθοριστικά τόν ἄνθρωπο, τήν κοινωνία, τόν τόπο καί τό χῶρο διαβίωσης, μέ τόν πολιτισμό πού διαμορφώνει καί δημιουργεῖ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μήτρα πολιτισμοῦ καί παράλληλα μέ τήν ἀρχιτεκτονική της, τήν ἁγιογραφία, τή διατροφή, τή μουσική, μέ τά ἤθη, τά  ἔθιμα καί τίς παραδόσεις της, δημιουργεῖ, σφυρηλατεῖ καί ἐπηρεάζει συνειδήσεις.

Ἡ συνείδηση τῆς κυρά Εὐανθίας δέν εἶναι μεμονωμένη οὔτε  συναντάται μόνο στήν ἑλληνική ἐπικράτεια. Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός τῶν Βαλκανίων, τοῦ χώρου τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, ἀλλά καί ὁ ὅπου γῆς ὀρθόδοξος χριστιανός, ἀνεξαρτήτου γλώσσας, φυλῆς, χρώματος ἤ ὅποιας ἐθνικῆς ταυτότητας, ἔχει τήν ἴδια πολιτιστική ταυτότητα καί τόν ἴδιο ἀξιακό καί πνευματικό κώδικα μέ αὐτόν τῆς γερόντισσας Εὐανθίας, ἄσχετα ἀπό τό ἄν καί τί ψηφίζει.

Βέβαια στόν 20ό αἰῶνα, μετά τή μικρασιατική καταστροφή, ἦταν σύνηθες τό φαινόμενο στούς προσφυγικούς, κυρίως ἐργατοαγροτικούς πληθυσμούς, ὅπου ἀπό τό ὑστέρημά τους οἱ πιστοί, ὕψωναν περίφημους καί περίτεχνους ναούς, πού κατακλύζονταν σέ ὅλη τή διάρκεια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους ἀπό πιστούς προσευχόμενους, νηστεύοντες, ἐξομολογούμενους, μεταλαμβάνοντες τῶν ἀχράντων μυστηρίων, ἦταν σύνηθες τό φαινόμενο, οἱ ἄνθρωποι αὐτοί νά ψήφιζαν καί μέ τήν ψῆφο τους νά στήριζαν τήν ἀριστερά καί μάλιστα μέ μεγάλα ποσοστά.

Τοῦ λόγου τό ἀληθές, γιά τήν ἐκλογική σχέση αὐτῶν τῶν πιστῶν ἀνθρώπων μέ τήν ἀριστερά, θά μᾶς ἐπιβεβαίωνε μιά ἀνάλυση ἐκλογικῶν ἀποτελεσμάτων, ὅπως γιά παράδειγμα τῶν ἐκλογῶν τοῦ 1958. Ὅταν  καί τότε ἡ ἀριστερά μέ τόν Γιάννη Πασαλίδη ἀναδείχθηκε ἀξιωματική ἀντιπολίτευση μέ ποσοστό 24,42% καί 60 βουλευτές, ἐνῶ ἐξελέγη κυβέρνηση Καραμανλῆ μέ 41,16% καί 171 βουλευτές, ἡ δέ παράταξη τοῦ  μεσαίου χώρου ἐξέλεξε 36 βουλευτές. Γιά τήν ἐνίσχυση τῆς ἀριστερᾶς ἀπό χριστιανούς, πιστούς καί ἀφοσιωμένους στήν Ἐκκλησία καί γιά τόν προβληματισμό πού δημιουργοῦσε ἀναφέρθηκε τό 1975 σέ ἄρθρο του ὁ Χρῆστος Γιανναρᾶς:

«Συνάντησα φέτος σέ κάποιο νησί ἕνα γέρο ψαρά, πού στήν πρώτη κουβέντα, ὅπως τό κάνουμε ἀκόμα συχνά στήν Ἑλλάδα, μοῦ εἶπε μέ λίγα λόγια ὁλόκληρη τή ζωή του.  Ἦταν  «ἀριστερός» κι αὐτή ἡ ἁπλή λέξη σήμαινε γι΄ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, ὅπως καί γιά χιλιάδες ἄλλους σάν κι αὐτόν στόν τόπο μας, μιά ὁλόκληρη ζωή ἀφάνταστα ταλαιπωρημένη καί βασανισμένη. Τριάντα τόσα χρόνια τώρα, μέ ἀδιάκοπες συλλήψεις ... Καί δέν ἦταν ποτέ «ὀργανωμένος», ποτέ παράνομος. Ἦταν ἕνας ἁπλός «ἰδεολόγος» τῆς Ἀριστερᾶς, πού δέν θέλησε ποτέ νά κρύψει τίς πεποιθήσεις του. Καί τοῦ ζήτησα νά μοῦ πεῖ τό λόγο, γιατί νά εἶναι ἀριστερός, γιατί νά προτιμήσει αὐτή τή βασανισμένη ζωή, αὐτό τό τόσο σκληρό τίμημα. Ἡ ἀπάντησή του ἦταν καθαρή καί ἴσια καί ἀνεπιτήδευτα αὐθόρμητη: «Γιά τή Δικαιοσύνη, παιδί μου. Γιά νά μή πλουταίνει ὁ πλούσιος σέ βάρος τοῦ φτωχοῦ, γιά νά χαιρόμαστε ὅλοι δίκαια τοῦ Θεοῦ τά δῶρα»[4]. Ἐπίσης ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Καψάνης,  Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, μέ τήν ἴδια διάθεση καί αἰτιολογία ἔγραψε γιά τή μικρασιάτισσα γιαγιά, ἀριστερή ψηφοφόρο τοῦ Πειραιᾶ.

Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ κοσμοθεωρία τῆς ἀριστερᾶς ἑδραζομένη στίς ἀρχές τοῦ διαλεκτικοῦ ὑλισμοῦ ἀρνεῖται ὡς κρατική δομή, ἐξουσία, πολιτική, ὄχι μόνο τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ τῶν πατέρων ἡμῶν, ἀλλά ἀρνεῖται καί τήν ὕπαρξη κάθε ὑπερβατικῆς δύναμης. Ἡ ἀριστερή ἰδεολογία προσπαθεῖ νά ἀποδυναμώσει καί νά ἀποδομήσει τή μεταφυσική πίστη καί ἀναζήτηση.

Ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τή θρησκεία. Ἐνῶ ἡ ἴδια ἔχει ὡς ἐπίγειο ἐσχατολογικό στόχο καί θρησκεία της, τή διαμόρφωση μιᾶς ἀταξικῆς κοινωνίας, μέσα ἀπό τίς ὁλοκληρωτικές δομές τοῦ συστήματος ὅπου μέ τήν ἐπιβολή τῆς κοινοκτημοσύνης, τή βίαιη κατάργηση τῆς ἰδιοκτησίας καί τοῦ κέρδους, ἡ κοινωνία αὐτή θά ὁδηγήσει στή διάπλαση καί διαμόρφωση ἑνός νέου ἀνθρώπου. Σ’ αὐτό τό ἰδεολογικό ὑπόβαθρο στηρίχτηκε ὁλόκληρος ὁ τότε σοσιαλιστικός κόσμος μέ κέντρο τή Σοβιετική Ἕνωση. Στή φύση τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ θά ἔχει, μέσα ἀπό τή διαπαιδαγώγηση τῆς σοσιαλιστικῆς αὐτῆς κοινωνίας, ἐξαλειφθεῖ κάθε διάθεση καί βουλιμία γιά κέρδος καί ἰδιοκτησία. Αὐτή εἶναι ἡ ἐσχατολογία τῆς ἀριστερᾶς μέ τήν ὁποία ἡ γενιά μου, τῆς μεταπολίτευσης, θέλησε νά συζητήσει στίς ἑβδομάδες τοῦ ἐλευθέρου διαλόγου, ὅπως τίς εἶχε ὀνομάσει, πού γιά σειρά ἐτῶν ὀργανώναμε σέ κάθε περίοδο τῆς ἁγίας καί μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Στίς ἑβδομάδες αὐτές τοῦ ἐλευθέρου διαλόγου, κλήθηκαν μεταξύ ἄλλων καί ἀριστεροί, ὅπως ὁ Κωστῆς Μοσκώφ, ὁ Κώστας Ζουράρις, ἀλλά καί ὁ Στέλιος ὁ Ράμφος καί συνομιλοῦσαν μέ τόν Παναγιώτη Νέλλα, τόν Νίκο Ματσούκα, τόν Χρῆστο Γιανναρᾶ, τόν π. Βασίλειο Γοντικάκη. Ἀπό τίς συνάξεις καί συναθροίσεις αὐτές, μέ φοιτητική ἀπήχηση πού κατέκλυζε τότε τά μεγάλα ἀμφιθέατρα τῆς Νομικῆς καί τοῦ Πολυτεχνείου, γιατί τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ἦταν μικρό, διαμορφώθηκε ἡ κίνηση τῶν Νεορθοδόξων, μέ ἀφετηρία τίς συναντήσεις τῶν Κωστῆ Μοσκώφ, Κώστα Ζουράρι καί Στέλιου Κούκου μέ τόν π. Βασίλειο στή Μονή Σταυρονικήτα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Στό βιβλίο «Μαρξιστές καί Ὀρθοδοξία»[5] ἐκφράστηκε παρόμοια προβληματική. Ἐπίσης, ὁ Κώστας Ζουράρις μέ σειρά ἄρθρων του στό περιοδικό «Πολίτης» προσέγγισε καί γνώρισε στήν ἀριστερή διανόηση Πατερικά κείμενα.

 Τῆς Ρωσικῆς ἐπανάστασης τοῦ 1917, προηγήθηκε ὁ Διαφωτισμός[6] μέ  τήν Γαλλική ἐπανάσταση τοῦ 1789 καί τήν συνακόλουθη διαμόρφωση τῶν ἐθνοτήτων, τῶν ἐθνικῶν ἐπαναστάσεων καί τῶν ἐθνικῶν κρατῶν. Ἔχομε τήν ἐφαρμογή στήν Εὐρώπη μιᾶς νέας ἰδεολογικῆς πρακτικῆς, αὐτῆς τῆς κοινοβουλευτικῆς δημοκρατίας. Ἑδραζόμενος ὁ Διαφωτισμός στίς θεωρίες περί ἰσονομίας, ἰσοπολιτείας καί ἰσότητας ὅλων τῶν ἀνθρώπων, δημιούργησε λαϊκό κίνημα καί πέτυχε τό στόχο του. Δηλαδή, τήν κατάρρευση τῶν ἀπολυταρχικῶν συστημάτων τῆς ἐποχῆς του μέ τήν ἀπόλυτη μοναρχία, ὅπως στή Γαλλία, ἀλλά καί τή διάλυση τῶν αὐτοκρατοριῶν, στίς ὁποῖες ἡ θρησκεία διαδραμάτιζε μείζονα καί πρωτεύοντα ρόλο. Γιά παράδειγμα, ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία προσδιόριζε τούς ὑπηκόους της ἀπό τή θρησκευτική τους ταυτότητα, ἡ ὁποία καί τούς ἐνέτασσε στό ἀντίστοιχο θρησκευτικό μιλέτ καί δι’ αὐτοῦ νομιμοποιοῦσαν τή θέση καί σχέση τους μέσα στήν αὐτοκρατορία. Στήν τσαρική Ρωσία, ἐπίσης, ἡ Ἐκκλησία θεσμικά ἀποτελοῦσε ἰσχυρή κοινωνική δύναμη καί γι’ αὐτό ὑπέστη ἀπό τή σοβιετική Ρωσία πρωτοχριστιανικές διώξεις. Ἡ δύναμη, ἡ ὀργανωμένη πολιτική ἐπιρροή καί παρέμβαση τοῦ Βατικανοῦ καί τοῦ Πάπα ὑπῆρξε, ἐπίσης, κραταιά. Στό δυτικοευρωπαϊκό χῶρο, στήν ἐποχή τῆς νεωτερικότητας καί τοῦ Διαφωτισμοῦ, οἱ ἀγροτικοί πληθυσμοί ἐγκαθίσταντο ἀπό τήν ὕπαιθρο στά ἀστικά κέντρα καί  οἰκοδομοῦσαν χριστιανικούς ναούς καί ὄχι τζαμιά ἤ ἄλλους εὐκτήριους οἴκους, ἀναγκαιότητα πού προέκυψε στίς ἡμέρες μας, ἀπό τήν πληθώρα τῶν μεταναστῶν τῆς ἐποχῆς μας.

Στήν Εὐρώπη τῆς νεωτερικότητας δέν εἶχε ἀκόμα μεθοδευμένα καί συνειδητά στοχευθεῖ ἡ ἀποδυνάμωση τῆς χριστιανικῆς ταυτότητας καί συνείδησης. Ἄλλωστε στόν 19ο καί στόν 20ό αἰῶνα τά μέσα ἐνημέρωσης δέν εἶχαν τήν σημερινή διαδικτυακή παγκόσμια ἐξέλιξη καί τή δυνατότητα τῆς ἄμεσης τηλεοπτικῆς ἐπίδρασης στίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων. 

Περιορίζονταν, καταρχήν, στήν ἐφημερίδα, τό τηλέφωνο καί τό ραδιόφωνο. Συνεπῶς, στή συνείδηση τοῦ θρησκευόμενου πιστοῦ δέν ἦταν δυνατόν νά παρέμβουν καί νά τήν τραυματίσουν ὀργανωμένα, ὅπως συμβαίνει σήμερα, μέ τήν προσπάθεια, μέσα ἀπό τηλεοπτικές καί ἄλλες παραστάσεις, διακωμώδησης καί ἀποϊεροποίησης τῶν ἀμφίων, τῶν ἐκκλησιαστικῶν καί εὐρύτερα θρησκευτικῶν συμβόλων.

Συμβαίνει, ἐπίσης, μέ τίς ἐπικλήσεις τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί μέ ἀνάλογες νομοθεσίες, νά προωθεῖται ἡ θρησκευτική οὐδετερότητα. Νά μεθοδεύεται μιά Εὐρώπη χωρίς τά χριστιανικά, ἀλλά καί εὐρύτερα θρησκευτικά σύμβολα, πού τό μεταναστευτικό ρεῦμα φέρνει καί ἐγκαθιστᾶ στήν Εὐρώπη. Νά ὀργανώνονται προσπάθειες ἐξοβελισμοῦ κάθε θρησκευτικῆς ἔκφρασης, κάθε θρησκευτικοῦ σημείου ἀπό τό δημόσιο χῶρο, ἐνῶ τήν ἴδια στιγμή ἔχομε θεωρίες γιά τό ὅραμα τῆς πολυπολιτισμικῆς Εὐρώπης, λές καί ἡ χριστιανική πίστη ἤ ἡ θρησκευτική ταυτότητα δέν διαμορφώνουν πολιτιστικές ταυτότητες καί πολιτισμούς πού ἀντέχουν στούς αἰῶνες καί ὑπερβαίνουν τίς χιλιετίες.

Στήν ἀντιθρησκευτική αὐτή τάση ἡ εὐρωπαϊκή ἀριστερά ἔχει τήν εὐθύνη της. Συνεργαζόμενη καί μέ ἄλλες δυνάμεις, προωθεῖ τόν ἐξοβελισμό τῶν θρησκευτικῶν ἀναφορῶν καί συμβόλων ἀπό τήν ἐκπαίδευση καί τό δημόσιο βίο, προβάλλοντας ὡς  θεωρητικό ἄλλοθι τό οὐδέτερο θρησκευτικά κράτος καί τή διαμορφούμενη πολυπολιτισμικότητα, μέσα ἀπό τά κύματα τῶν μεταναστῶν στά εὐρωπαϊκά κράτη,  οἱ  ὁποῖοι καλύπτουν τό ἐργασιακό κενό πού δημιουργεῖ ἡ ὑπογεννητικότητα τῶν εὐρωπαϊκῶν λαῶν. Βέβαια, ἄν ἀναζητήσουμε τό πνευματικό ὑπόβαθρο τῆς δυναμικῆς τῶν μεταναστῶν δυνάμεθα νά μιλήσουμε γιά τήν ἐκδίκηση τῆς ἀποικίας καί τῶν ἀποίκων.

Ἡ ἐπικράτηση μετά τό 1917 τοῦ κομμουνισμοῦ στή Ρωσία, μέ τίς ἐκεῖ διώξεις τῆς Ἐκκλησίας, ἦταν φυσικό νά διαμορφώσουν παράλληλους συνειρμούς, τήν ἐποχή τῆς νεωτερικότητας, γιά τίς συνέπειες πού θά ἔχει μιά πιθανή ἐπικράτηση παράλληλων δυνάμεων στούς χριστιανούς τῆς Εὐρώπης καί στίς χριστιανικές Ἐκκλησίες καί ὁμολογίες. Ἦταν ἐπακόλουθο μέσα στή μανιχαϊστική αὐτή ἐποχή τοῦ τρόμου καί τῶν ἑκατέρωθεν διώξεων, ὁ χριστιανικός κόσμος νά σηκώσει τό βάρος τῆς θεωρητικῆς εὐθύνης, γιά ἀποτροπή μιᾶς πιθανῆς τέτοιας ἐξέλιξης.

Στά καθ’ ἡμᾶς τοῦ βαλκανικοῦ χώρου τά κράτη πού δημιουργήθηκαν μετά τό Διαφωτισμό καί τή Γαλλική ἐπανάσταση, προχωροῦσαν στή δήμευση καί κρατικοποίηση τῆς μοναστηριακῆς περιουσίας καί στήν ὁλοκληρωτική ὑποταγή τῶν διοικητικῶν δομῶν τῆς Ἐκκλησίας στήν κρατική δομή, φοβούμενα τή μεγάλη λαϊκή ἐκκλησιαστική ἐπιρροή, δύναμη καί δυναμική τῆς Ἐκκλησίας.

Αὐτό δέν ἦταν καθόλου τυχαῖο, ἀλλά συνδέεται μέ τή διάσταση ἀνάμεσα στήν κρατική περί ἔθνους ἰδεολογία καί στή θρησκευτική συνείδηση τοῦ λαοῦ. Ἀς ἀναζητήσομε τήν ταυτότητα καί τή συνείδηση τῆς κυρά Εὐανθίας. Σαφέστατα κυριαρχεῖ ἡ θρησκευτική συνείδηση. Τό ἔθνος μέ τήν μεσσιανική του διάσταση πού ὑπερβαίνει τό χῶρο καί τό χρόνο, προσλαμβάνει μεταφυσικό περιεχόμενο καί θρησκειοποιεῖται, γίνεται μιά νέα θρησκεία. Στό πρῶτο ἑλληνικό κράτος ἔχομε σαφέστατη διάσταση μεταξύ λαϊκῆς ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης καί κρατικῶν φορέων. Τήν κορυφαία ἔκφραση αὐτῆς τῆς διάστασης συναντᾶμε στή λαϊκή ἀνταπόκριση καί δυναμική τοῦ κινήματος τοῦ Χριστόφορου Παπουλάκου περί τά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνα. Ἐνῶ μιά γενιά πρίν, ἡ χριστιανική πίστη ἀπετέλεσε τήν ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τή συγκρότηση καί τήν ταυτότητα τοῦ κράτους. Στά πρῶτα ἑλληνικά συντάγματα τοῦ 1821, 1823, 1827 οἱ συντάκτες τους ὀνόμαζαν καί προσδιόριζαν τούς Ἕλληνες τοῦ πρώτου ἑλληνικοῦ κρατιδίου μέ ὅσους πίστευαν εἰς Χριστόν[7].

Ὁ Διαφωτισμός μέ τό ἐθνοκρατικό σχῆμα ὄχι μόνο δέν ἔλυσε στή δυτική Εὐρώπη τό μεῖζον πρόβλημα τῆς ἐξαθλίωσης τῶν ἐργατῶν πού ἐγκαταστάθηκαν στίς πόλεις μέ τή βιομηχανική ἐπανάσταση, ἀλλά στό δυτικοευρωπαϊκό χῶρο γιά τή λύση τοῦ προβλήματος, ἀναζητήθηκαν  καί διαμορφώθηκαν νέες ἰδεολογίες, ἀπό τίς ὁποῖες τό 1917 μέ τήν ὀκτωβριανή ἐπανάσταση στή Ρωσία, κυριάρχησε ἡ μαρξιστική ἀθεϊστική κοσμοθεωρία πού υἱοθετήθηκε ὡς πρακτική ἀπό τόν Λένιν καί τούς συνεργάτες του. Μέ   τή δημιουργία τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης ἡ ἀριστερή ἰδεολογία ἔχει πλέον ἀποκτήσει σέ ὀρθόδοξη χώρα ἰσχυρή καί δυναμική βάση. Ἐπηρέαζε μέ τά κομμουνιστικά καί ἄλλα ἀριστερά κόμματα καί σχήματα τίς κοινωνίες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.

Στή Θεσσαλονίκη τό 1909, ὀχτώ χρόνια πρίν τήν Ρωσική ἐπανάσταση καί ἕνα χρόνο μετά τό κίνημα τῶν Νεοτούρκων, ἱδρύεται ἡ Φεντερασιόν τοῦ Μπεναρόγια, μέ τή Σοσιαλιστική Ἐργατική Ὁμοσπονδία[8], ὅπου συνυπῆρχαν Ἑβραῖοι, Ἕλληνες, Ἀρμένιδες καί Τοῦρκοι στή Θεσσαλονίκη πού ὑπαγόταν τότε στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Στήν ἑλληνική πραγματικότητα, ὑπό τήν ἐπίδραση τῆς ἀριστερῆς ἰδεολογίας, ἱδρύεται τό 1918 τό Σοσιαλιστικό Ἐργατικό Κόμμα Ἑλλάδος, ἀπό τό ὁποῖο τό 1924 ἱδρύεται τό ΚΚΕ. Στίς ἐκλογές τοῦ 1920 καί τοῦ 1924 ἡ ΣΕΚΕ λαμβάνει περί τούς 50.000 ψήφους χωρίς νά ἐκλέξει βουλευτή.

Στό Ἑλληνικό Κράτος μετά τήν μικρασιατική καταστροφή τό 1922, τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν τό 1923 καί τή συνακόλουθη ἐθνική ὁλοκλήρωσή του μέσα ἀπό τόν διχασμό τῶν βενιζελικῶν μέ τούς ἀντιβενιζελικούς, ἐπρόκειτο νά ἀκολουθήσει ἕνας νέος διχασμός. Στό λαϊκό κίνημα πού δημιουργήθηκε κατά τή διάρκεια τῆς γερμανικῆς κατοχῆς,  ἦταν κυρίαρχη ἡ ἀπήχηση καί ἐπιρροή τοῦ ΕΑΜ καί τοῦ ΕΛΑΣ, ὅπου ἀσκοῦσε τήν ἐπιρροή του τό κομμουνιστικό κόμμα. Ἡ συνδιάσκεψη τῆς Γιάλτας καί ἡ προσδοκώμενη ἔνταξη τῆς Ἑλλάδος στή σφαῖρα ἐπιρροῆς τοῦ δυτικοευρωπαϊκοῦ κόσμου, ἦταν ἀναμενόμενο νά ὁδηγήσει μέ βιαιότητες ἤ μέ εἰρηνικές συμφωνίες, στή διάλυση ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἀριστεροῦ ρεύματος. Τό συναντᾶμε ξανά, ὅπως εἴδαμε, στίς ἐκλογές τοῦ 1958 ἀλλά καί τό 2012 ὅταν μέσα ἀπό τήν οἰκονομική κατάρρευση τῆς χώρας καί τήν κρίση πού δημιουργήθηκε, ἡ ἀριστερά γιά δεύτερη φορά στήν ἱστορία τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους ἀναδεικνύεται ἀξιωματική ἀντιπολίτευση.

Μεταξύ τῆς ἀριστερῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολίτευσης τοῦ 1958 καί τοῦ 2012 ὑπάρχει μεγάλη διαφορά, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τό ὅτι ὁ Πασαλίδης προσέγγισε καί ἀσπάστηκε τόν σταυρό κατά τόν ἁγιασμό στό ἑλληνικό κοινοβούλιο. Ἐπίσης, ἡ τότε κοινοβουλευτική δύναμη τῆς ἀριστερᾶς, μέ τούς ἀγῶνες της κατά τή γερμανική κατοχή, τίς ἐξορίες καί τίς διώξεις της,  περιβαλλόταν μέ τό φωτοστέφανο τῶν διωκομένων καί βασανιζομένων ἀνθρώπων, μέ τόν πολιτικό τους φορέα νά πασχίζει γιά τήν ἰσότητα καί τή δικαιοσύνη, μέσα ἀπό τό ὑψηλό καί συλλογικό κόστος τῶν προσωπικῶν θυσιῶν. Δέν ἀπομυθοποιήθηκαν οὔτε ὑπέστησαν τή φθορά τῶν φορέων καί ἐκφραστῶν τῆς ἐξουσίας, οὔτε ἔσπευδαν γιά νά ἐπιδίδουν πρός τοῦτο ἀνάλογα διαπιστευτήρια. Ἐκφραζόταν ἀπό τίς ἰδεολογικές πεποιθήσεις τοῦ ἀριστεροῦ ψαρᾶ, τῆς πιστῆς γιαγιᾶς τοῦ Πειραιᾶ πού ψήφιζε ἀριστερά καί δέν διαφοροποιεῖτο ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῆς τότε ἀριστερᾶς ἀπό τή συνείδηση τῆς κυρά Εὐανθίας.

Δέν εἶναι καθόλου τυχαῖο τό γεγονός ὅτι ἀρχιερεῖς, καί δέν ἀναφέρομαι μόνο στόν Κοζάνης Ἰωακείμ, γιά τόν ὁποῖο ἐκπονεῖται διδακτορική διατριβή, ἀλλά γιά τόν Ἠλείας Ἀντώνιο, τόν Χίου Ἰωακείμ, τόν Σάμου Εἰρηναῖο, τόν Χαλκίδος Γρηγόριο, βρέθηκαν στή γερμανική κατοχή νά συνεργάζονται μέ τούς ἀντάρτες τοῦ ΕΑΜ καί τοῦ ΕΛΑΣ καί μένω μόνο στούς ἀρχιερεῖς, ἐνῶ μπορεῖ νά ἀναφερθεῖ καί πλῆθος ἄλλων κληρικῶν.

Μετά τήν κατοχή ἀκολούθησε ἡ ἐμφυλιοπολεμική σύγκρουση καί οἱ συνακόλουθες διώξεις. Ὅμως, ἡ Ἐκκλησία, ἐπί Ἀρχιεπισκόπου Δαμασκηνοῦ, ἀλλά καί τοῦ διαδόχου του Σπυρίδωνα, βοήθησε στήν ἀνακούφιση ἀπό τό διχασμό καί τήν πεῖνα τοῦ χειμαζόμενου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, δέν ἐνίσχυε διαθέσεις ἤ ἐμφυλιοπολεμικές πρακτικές καί στό μεῖζον θέμα τῆς θανατικῆς καταδίκης τοῦ Μπελογιάννη ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Σπυρίδων ζήτησε ἐπισήμως τήν ἀθώωσή του, ἐνῶ ὅταν οἱ Γερμανοί κατέλαβαν τήν Ἀθήνα ὁ Ἀθηνῶν Χρύσανθος ἀρνήθηκε νά ὁρκίσει τή γερμανόφιλη κυβέρνηση καί ἀποσύρθηκε ἀπό τό θρόνο του[9].

            Ἡ Ἐκκλησία, στή συνέχεια, ὄχι μόνο ἀδίκως ἀλλά καί συνειδητά, κατηγορήθηκε καί ἀπό τήν ἀριστερά γιά συνεργασία της μέ τή δικτατορία[10]. Ὅμως λησμονοῦμε ὅτι ἀπό τίς πρῶτες πράξεις τῆς δικτατορίας τοῦ 1967 ἦταν ὁ ἐξαναγκασμός σέ παραίτηση τοῦ κανονικοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσόστομου Χατζησταύρου, μέ πλειάδα ἄλλων ἀρχιερέων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ λαμπρός ἱεράρχης τῆς Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Παπαγεωργίου[11]. Στίς θέσεις τους τοποθετήθηκαν ἀπό τήν τότε κρατοῦσα κατάσταση πρόσωπα τῶν χριστιανικῶν ὀργανώσεων, πού ἔθεσαν τήν Ἐκκλησία στήν ὑπηρεσία τοῦ καθεστῶτος. Κατά τή μεταπολίτευση ἡ Ἐκκλησία πορεύτηκε μέ διάκριση, διακριτικότητα καί χωρίς ἀκραῖες συμπεριφορές ἔναντι τῶν ἐκλεγμένων δημοκρατικῶν κυβερνήσεων τοῦ Ἐλληνικοῦ λαοῦ.

Σήμερα, μέσα στήν οἰκονομική κρίση ἡ Ἐκκλησία καί πάλι ἔχει ἀναλάβει καί ἐπωμίζεται τό μεῖζον μέρος τῆς κοινωνικῆς πρόνοιας μέ τά συσσίτια, τά κοινωνικά ἰατρεῖα, τά κοινωνικά φαρμακεῖα, τίς διανομές τῶν δεμάτων. Καί τό κάνομε μέ ἐπίγνωση τοῦ χρέους μας.

Ἡ σχέση τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν Ἀριστερά στόν 20ό αἰῶνα ἦταν διαφορετική ἀπό αὐτή τοῦ 21ου αἰῶνα. Ἡ Ἐκκλησία νῦν καί ἀεί εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Στόν κάθε ἄνθρωπο τοῦ ὅποιου κοινωνικοπολιτικοῦ συστήματος ἤ σχήματος, μέσα στό ὁποῖο, διά τῆς Ἐκκλησίας ἁγιάζεται ὁ ἄνθρωπος. Ἡ πορεία καί ὁ στόχος τῆς ἁγιότητας μέσα ἀπό τήν ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ σκοπός, ὁ στόχος καί ὁ προορισμός τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου. Παράλληλα, ἡ Ἐκκλησία σ’ αὐτήν τήν ἁγιαστική ἐπίγεια πορεία της θεραπεύει σύνολες τίς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Δέν στέκεται ἀνάλγητα ἤ ἀδιάφορα πρός τόν πάσχοντα ἄνθρωπο, κατά τήν εὐαγγελική περικοπή «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοί ἐποιήσατε».

Μέσα στό χρόνο, ἐκεῖνο τό ὁποῖο μεταβιβάζεται στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι τό περιεχόμενο, ἡ οὐσία, ἀλλά τό κέλυφος τοῦ ὀστράκου, πού διαφυλάττει τό περιεχόμενο. Αὐτό τό κέλυφος ἦταν κάποτε ἡ φεουδαρχία ἤ  ἡ ἀπόλυτη μοναρχία ἤ ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία ἤ τό Ἔθνος - Κράτος, πού ὁδεύει σ’ ἕνα εὐρύτερο σχῆμα ἤ αὐτό τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, ἤ τῆς Ρωσίας τοῦ Τσάρου ἤ τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης. Τό κέλυφος αὐτό διαμορφώνεται ἀπό τήν «ἰδεολογία τῆς ἐποχῆς». Ἀπό τόν ἀνθρώπινο πόθο καί πάθος γιά ἐξουσία, δύναμη, ἀλλά καί γιά διαμόρφωση μιᾶς καλύτερης κοινωνίας καί ἀνθρώπινης ζωῆς.

            Στήν πορεία αὐτή ὁ ἄνθρωπος πολλάκις θυσίασε καί τή ζωή του γιά τούς συνανθρώπους του καί ἡ ἀριστερά ἰδεολογία ἔδωσε μαθήματα μιᾶς τέτοιας ἀνθρώπινης δεοντολογίας καί συνέπειας, γενόμενη, ὅμως, φορέας καί ἐκφραστής ἐξουσίας ἐκδικήθηκε στή συνέχεια τούς ἀντιπάλους της κατά τόν σκληρότερο τρόπο. Καί αὐτό γιά μᾶς, ὡς Ἐκκλησία, εἶναι πολύ κατανοητό. Ἄν διαβάσομε τά ἀσκητικά κείμενα τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου ἤ τά κείμενα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος κατανοοῦμε τέτοιες συμπεριφορές, τίς ὁποῖες δέν συναντᾶμε βέβαια μόνο στήν ἀριστερά. Ἀλλά ὅμως οἱ βίαιες συμπεριφορές θά ἐπαναλαμβάνονται, ἐφόσον ὁ ἔσω ἄνθρωπος παραμένει πνευματικά ἀπαιδαγώγητος ἀπό τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.

            Στόν 21ό αἰῶνα πορευόμεθα σέ θολό τοπίο. Εἶναι ὅμως σίγουρο ὅτι οἱ ἐκκλησιαστικές διώξεις τοῦ 20οῦ αἰῶνα μεταβάλλονται σέ δικαστικές ἀποφάσεις πού ἀποτρέπουν τούς χριστιανούς νά φοροῦν τό σταυρό τους. Νά ἐκφράζουν, δηλαδή, τήν πολιτιστική τους ταυτότητα.

 

 

 


 

[1] https://www.youtube.com/watch?v=OmrLpCDYwTc.

[2] Τό γεγονός συγγενεύει μέ τό ἁμάρτημα τῆς μητρός μου, ὅταν ὁ Γεώργιος Βιζυηνός μαζί μέ τή μητέρα του συναντῶνται μέ τόν Πατριάρχη Ἰωακείμ Γ΄ γιά νά ἀναπαύσει ὁ Πατριάρχης τούς λογισμούς τῆς μητέρας του, γιά τό παιδί πού εἶχε χάσει.

[3] Ἀνακοίνωση στό ἐπιστημονικό συνέδριο «Ἐκκλησία καί Ἀριστερά» στή Θεσσαλονίκη τόν Ἰανουάριο τοῦ 2013, blogs.auth.gr/moschosg/2013/01/24 Ἀρκαλοχωρίου Ἀνδρέας.

[4] Γιανναρᾶς Χ., Κεφάλαια Πολιτικῆς Θεολογίας, Ἡ Ἐκκλησία καί οἱ πολιτικές ἰδεολογίες, Ἀθήνα 21983.

[5] Μακρῆς Π. (ἐπιμ.), Μαρξιστές καί Ὀρθοδοξία. Διάλογος ἤ διαμάχη;, ἐκδ. Ἐπικαιρότητα, Ἀθήνα 21983.

[6] Κιτρομηλίδης Π., Νεοελληνικός Διαφωτισμός, μετ. Στ. Νικολούδη, Ἀθήνα 21999.

[7]  «Ὅσοι αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς Ἐπικρατείας τῆς Ἑλλάδος πιστεύουσιν εἰς Χριστόν, εἰσίν Ἕλληνες», Νανάκη Ἀ., Μητροπ., Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο στήν ὕστερη Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, Θεσσαλονίκη 2013, σ. 256.

[8] Μοσκώφ Κ., Θεσσαλονίκη. Τομή τῆς μεταπρατικῆς πόλης, Ἀθήνα 1978, σ. 176-178, 249.

[9] Βλ. παραπάνω τα μελετήματα τοῦ βιβλίου α) Ὁ ἀπό Ἰωαννίνων Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Σπυρίδων ἐν μέσῳ ἐκκλησιαστικῶν καί πολιτικῶν διχασμῶν καί β) Ὁ Ἰωάννης Μεταξᾶς καί ἡ ἐκλογή (1938) τοῦ Ἀθηνῶν Χρύσανθου τοῦ ἀπό Τραπεζοῦντος.

[10] Ἀνδρεόπουλος Χ., Σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας στήν Ἑλλάδα κατά τήν Ἑπταετία (1967-1974), διδακτορική διατριβή, Θεολογική Σχολή, Τμῆμα Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 2016.

[11] Πατρικίου Ἀ. (ἐπιμ.), Ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων ὁ Α΄, ἐκδ. «Ἡ ἁγία Ἄννα», Θεσσαλονίκη 2007. Ἱερά Μητρόπολις Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, Μνήμη Μητροπολίτου Παντελεήμονος Παπαγεωργίου, Ἀναμνήσεις ἀπό τή ζωή, τό ἔργο καί τή μαρτυρία του. Πρακτικά Ἐπιστημονικῆς Διημερίδας, Βασιλειάδης Π. (ἐπιμ.), ἐκδ. Ἱ.Μ. Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, Ἔδεσσα 2012.