Του Πρωτοσυγκέλλου της Ιεράς Μητροπόλεως Αρκαλοχωρίου, Πανοσιολ. Αρχιμ. Επιφανίου Ζαχαράκη.
«Ἔλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν»
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Χριστός περνά και βλέπει τον Ματθαίο καθισμένο στο τελώνιο. Η θέση αυτή, εκείνη την εποχή, εθεωρείτο τόπος αμαρτίας, καθώς οι τελώνες ήταν οι φοροεισπράκτορες των Ρωμαίων και επομένως θεωρούνταν δυνάστες του λαού. Ο Κύριος βλέπει έναν άνθρωπο περιφρονημένο, έναν αμαρτωλό, που όλοι τον θεωρούσαν χαμένο. Δεν του κάνει κήρυγμα, ούτε του απευθύνει επίπληξη, αλλά του λέει μόνο δύο λόγια: «Ἀκολούθει μοι». Κι ο Ματθαίος, χωρίς δισταγμό, αφήνει τα πάντα και Τον ακολουθεί. Έτσι, από τελώνης γίνεται μαθητής και ευαγγελιστής του Χριστού.
Ο Χριστός δε ζητά πρώτα να γίνουμε άγιοι για να μας καλέσει, αλλά μας καλεί όπως είμαστε, για να μας κάνει Εκείνος καινούριους. Ο Ιησούς βλέπει τον άνθρωπο, όχι την αμαρτία. Οι άνθρωποι έβλεπαν τον Ματθαίο σαν άπληστο, αμαρτωλό, ανάξιο, αλλά ο Χριστός δεν βλέπει την αμαρτία, βλέπει την καρδιά που μπορεί να αλλάξει. Δεν βλέπει τι είμαστε σήμερα, αλλά τι μπορούμε να γίνουμε μαζί Του.
Και αυτή είναι η μεγάλη παρηγοριά μας, ότι και μέσα στις αδυναμίες μας, ο Χριστός στρέφει το βλέμμα Του και μας καλεί να τον ακολουθήσουμε. Η πρόσκληση του Χριστού είναι προσωπική και άμεση. Ο Κύριος δεν καλεί γενικά τον κόσμο, αλλά τον κάθε άνθρωπο προσωπικά. Δεν λέει «ελάτε όλοι», αλλά κοιτάζει κατάματα τον Ματθαίο και του λέει: «Ἐσύ, ἀκολούθει μοι». Έτσι μιλά και σ’ εμάς σήμερα, μέσα στη ζωή μας, μέσα στην εργασία, στην οικογένεια, στο σπίτι μας. Μας λέει: «Άφησε τα δεσμά της αμαρτίας, τις συνήθειες, τα πάθη, τον εγωισμό, και έλα αν θέλεις μαζί Μου». Αν του πούμε το «ναι», αλλάζει όλη μας η ζωή. Μεταμορφώνεται.
Αργότερα, ο Κύριος κάθεται στο σπίτι του Ματθαίου, μαζί με άλλους τελώνες και αμαρτωλούς. Οι Φαρισαίοι σκανδαλίζονται: «Πῶς ὁ Διδάσκαλος κάθεται μέ τούς ἁμαρτωλούς;». Και ο Χριστός απαντά: «Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες». Δηλαδή, οι άρρωστοι έχουν ανάγκη τον γιατρό, όχι οι υγιείς.
Η Εκκλησία λοιπόν είναι νοσοκομείο ψυχών και ο Χριστός ο ιατρός. Όλοι είμαστε τραυματισμένοι από την αμαρτία, και όλοι χρειαζόμαστε τη θεραπευτική Του χάρη.
Ο Κύριος δεν θέλει μεγάλες θυσίες, ούτε μεγάλα τάματα, ούτε μεγάλους σταυρούς, αλλά δείχνει ξεκάθαρα με τη φράση Του τι επιθυμεί: «Ἔλεος θέλω καὶ οὐ θυσίαν». Με αυτά τα λόγια ο Χριστός μας θυμίζει ότι ο Θεός δεν ζητά εξωτερικές πράξεις ευσέβειας, αλλά καρδιά γεμάτη αγάπη και έλεος. Δεν θέλει να Τον τιμούμε μόνο με λόγια ή τύπους, αλλά να μιμηθούμε την αγάπη Του προς κάθε άνθρωπο, ιδιαίτερα προς τους αδύναμους και πληγωμένους. Ο Παντοδύναμος δεν έχει ανάγκη τις θυσίες μας, τα δώρα μας ή τις νηστείες μας, αν η καρδιά μας μένει σκληρή, κλειστή προς τον συνάνθρωπο. Ο Κύριος, μέσω του προφήτη Ωσηέ, και κατόπιν δια του Χριστού, μας υπενθυμίζει ότι, η αληθινή λατρεία του Θεού είναι η αγάπη προς τον άνθρωπο. Η ελεημοσύνη, η συγχώρηση, η συμπόνια — αυτά είναι τα θυμιάματα που ευαρεστούν τον Θεό. Όταν συγχωρούμε, όταν βοηθούμε, όταν σπλαχνιζόμαστε, τότε προσφέρουμε τη θυσία που πραγματικά αναπαύει την καρδιά του Θεού.
Η αποστολή του Χριστού είναι να μας καλέσει σε μετάνοια. «Οὐκ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλ’ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν». Δεν ήρθε να κρίνει, αλλά να σώσει‧ όχι να καταδικάσει, αλλά να αναστήσει. Ο Χριστός δεν ήλθε στον κόσμο για να επιβραβεύσει τους «τέλειους», ούτε για να επιβεβαιώσει τους αυτάρεσκους «δικαίους»‧ ήλθε για να σώσει τον άνθρωπο. Ήλθε ως ιατρός ψυχών και σωμάτων, για να θεραπεύσει εκείνους που γνωρίζουν ότι είναι άρρωστοι και πονούν.
Όταν ο Χριστός συνάντησε τον Άγιο Ιερώνυμο τον ρώτησε: «Τι θα μου προσφέρεις Ιερώνυμε; Αυτός απάντησε: Τις προσευχές μου και τις νηστείες μου, Κύριε. Ο Χριστός ξαναρωτά και τι άλλο; Κύριε, δεν έχω τίποτε άλλο για να σου προσφέρω. Τότε του λέει ο Κύριος: Ιερώνυμε, τότε να μου δώσεις τις αμαρτίες σου και θα σου τις συγχωρήσω». Τα σκουπίδια της ψυχής μας, ο Θεός τα μεταποιεί σε πνευματική αναγέννηση. Κάθε φορά που μετανοούμε, ο Χριστός ξαναπερνά από το «τελώνιο» από το ταμείο μας και μας λέει: «Παιδί μου, σήκω‧ ακολούθησέ με».
Αδελφοί μου, ο Ματθαίος άκουσε τη φωνή του Χριστού και άλλαξε ολόκληρη τη ζωή του. Βρήκε τον αγιασμό, την αγιότητα, τη σωτηρία. Σήμερα τιμούμε τη μνήμη του ως μεγάλου Αποστόλου και Ευαγγελιστού της Αγίας μας Εκκλησίας. Περισσότερο από ποτέ, η κοινωνία μας χρειάζεται το μήνυμα της αγάπης και όχι της τυπολατρίας. Της ζεστής καρδιάς και όχι της επίδειξης του ορθολογισμού. Γι’ αυτό ας προσθέσουμε, περισσότερη καρδιά, περισσότερη συμπάθεια, περισσότερη συγχώρηση. Κι εμείς, μέσα στον δικό μας κόσμο, της φροντίδας, του άγχους, της αμαρτίας, μπορούμε να ακούσουμε την ίδια φωνή. Ας ανοίξουμε την καρδιά μας και ας πούμε κι εμείς, όπως ο Ματθαίος: «Ναι, Κύριε, Σε ακολουθώ». Και τότε ο Χριστός θα μπει και στο δικό μας «σπίτι», θα καθίσει στο τραπέζι της ψυχής μας, και θα το γεμίσει αγιασμό, φως, ειρήνη και αγάπη. Αμήν!