ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ’ ΛΟΥΚΑ

Του Πρωτοσυγκέλλου της Ιεράς Μητροπόλεως Αρκαλοχωρίου, Πανοσιολ. Αρχιμ. Επιφανίου Ζαχαράκη.

«Ἄνθρωπος τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς» (Λουκ14,16)

    Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, 

   Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Κύριός μάς αποκαλύπτει με συγκλονιστικό τρόπο το μυστήριο της σωτηρίας μέσα από μια απλή, αλλά με βαθύ νόημα παραβολή: την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Ο άνθρωπος της παραβολής είναι ο ίδιος ο Θεός ο οποίος προσκαλεί τους ανθρώπους στη χαρά της Βασιλείας Του, στο δείπνο της σωτηρίας, στο τραπέζι της Θείας Ευχαριστίας. Το τραπέζι αυτό είναι η Εκκλησία, όπου ο ίδιος ο Χριστός είναιταυτόχρονα και Οικοδεσπότης και Τροφή. Το δείπνο είναι «μέγα» γιατί δεν πρόκειται για κάτι γήινο, αλλά γιατί προσφέρει τη δυνατότητα να μετέχει ο άνθρωπος στην αιώνια ζωή.

Όμως, όπως ακούμε στο Ευαγγέλιο, οι προσκεκλημένοι αρχίζουν ο ένας μετά τον άλλο να ζητούν δικαιολογίες: – «ο πρώτος είπε· Αγόρασα ένα αγρόν και έχω ανάγκην να βγω έξω και να τον ίδω. Ο δεύτερος είπε· Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και πηγαίνω να τα δοκιμάσω. Και ο τρίτος είπε· Είμαι νιόπαντρος και δια τούτο δεν μπορώ να έλθω» (Λουκ.14,18-20). Τρεις διαφορετικές προφάσεις, που όμως κρύβουν την ίδια πνευματική ασθένεια: την αδιαφορία για τον Θεό. Ο αγρός, τα βόδια, η γυναίκα — δηλαδή, οι μέριμνες, οι δουλειές, οι σχέσεις, τα πράγματα του κόσμου — γίνονται εμπόδιο στη σχέση με τον Δημιουργό. Δεν είναι κακά από μόνα τους, αλλά γίνονται άσχημα όταν θεοποιούνται, όταν καταλαμβάνουν τη θέση του Θεού μέσα στην καρδιά μας. Ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης λέγει: «Η πρόσκληση του Χριστού είναι λεπτή∙ δεν επιβάλλεται, δεν φοβίζει. Ο Χριστός δεν θέλει να έρθεις από φόβο, αλλά από αγάπη. Το μεγάλο δείπνο είναι η Θεία Ευχαριστία, όπου μετέχουμε στη ζωή Του».

Ο οικοδεσπότης της παραβολής οργίζεται, όχι γιατί προσβάλλεται προσωπικά, αλλά γιατί βλέπει ότι οι άνθρωποι απορρίπτουν την ίδια τη σωτηρία τους. Και τότε διατάζει τον δούλο του: «Πήγαινε γρήγορα στις πλατείας και στους δρόμους της πόλεως και φέρε εδώ μέσα τους πτωχούς και τους αναπήρους και τους χωλούς και τους τυφλούς» (Λουκ. 14, 21). Η πρόσκληση περνά τώρα στους περιφρονημένους, στους ταπεινούς, στους αμαρτωλούς — σ’ εκείνους που γνωρίζουν πως έχουν ανάγκη. Αυτοί είναι οι αληθινοί καλεσμένοι του Θεού, γιατί έχουν καρδιά που ποθεί το έλεός Του. Ο Κύριος δεν ζητά τελειότητα, αλλά ταπείνωση και διάθεση να Τον δεχθούμε. Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης μας λέει: «Ο Χριστός μας προσκαλεί σ’ ένα ουράνιο τραπέζι, αλλά εμείς προτιμούμε να τρώμε τα αποφάγια του κόσμου. Όλα είναι έτοιμα, μόνο να πούμε “ναι” με ταπείνωση και αγάπη. Ο Κύριος δεν πιέζει∙περιμένει την καλή μας διάθεση».

Όταν ο δούλος επιστρέφει και λέει ότι «έτι τόπος εστί», (υπάρχει ακόμα χώρος), τότε ο Κύριος επεκτείνει την πρόσκληση ακόμα πιο μακριά: «Έξελθε εις τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκός μου». Αυτό σημαίνει ότι η σωτηρία του Θεού δεν περιορίζεται σε κανέναν λαό ή κοινωνική τάξη. Ο Θεός «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τιμ.2,4) . Ο οίκος Του πρέπει να γεμίσει — κι αυτό είναι το σχέδιό Του για όλο τον κόσμο.

Η παραβολή αυτή δεν είναι μια παλιά ιστορία, αλλά είναι ο καθρέφτης της εποχής μας. Ο Θεός μάς προσκαλεί κάθε Κυριακή στο δικό Του τραπέζι, στη Θεία Λειτουργία, στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Και όμως, πόσες φορές κι εμείς βρίσκουμε δικαιολογίες; «Δεν προλαβαίνω», «έχω δουλειές», «θέλω να ξεκουραστώ», «δεν είμαι άξιος». Κι έτσι η πρόσκληση μένει αναπάντητη, ενώ η ψυχή μας μένει νηστική από τη Χάρη. Ο Άγιος Ιάκωβος ο Τσαλίκης μας λέει: «Ο Χριστός μας περιμένει στο μεγάλο του τραπέζι κάθε φορά που τελείται η Θεία Λειτουργία. Πόση αχαριστία είναι να μην πάμε, ενώ Εκείνος σταυρώθηκε για μας!». Αλλά ο Χριστός δεν παύει να καλεί. Είναι ο Οικοδεσπότης της αγάπης που μας περιμένει. Το τραπέζι Του είναι έτοιμο: ο λόγος Του, το Σώμα και το Αίμα Του, η ειρήνη Του, η χαρά Του. Το μόνο που χρειάζεται είναι να πούμε το εσωτερικό «ναι». Να αφήσουμε τις προφάσεις και να Τον ακολουθήσουμε.

Αδελφοί μου, η αγάπη του Θεού είναι απέραντη, αλλά δεν εξαναγκάζει κανέναν. Ο άνθρωπος μπορεί να αρνηθεί την πρόσκληση, αλλά τότε αποκλείει ο ίδιος τον εαυτό του, από τη χαρά του δείπνου. Γι’ αυτό, ας μην αφήσουμε την καρδιά μας να σκληρυνθεί. Ο Θεός μάς καλεί καθημερινά, με τη φωνή της συνείδησης, με τις ευλογίες, ακόμη και με τις δοκιμασίες της ζωής. Μας καλεί στο μεγάλο δείπνο της σωτηρίας, εκεί όπου δεν υπάρχουν προνόμια, αλλά μόνο αγάπη, συγχώρηση και ζωή αιώνιος. Ας ακούσουμε, λοιπόν, σήμερα αυτή την πρόσκληση και ας απαντήσουμε: «Ναι, Κύριε, έρχομαι. Θέλω να είμαι κοντά Σου, στο τραπέζι Σου, στη χαρά της Βασιλείας Σου». Γιατί όπως λέει και ο σύγχρονος Άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης: «Όταν ο άνθρωπος αφήνει τις μέριμνες και τις δικαιολογίες και τρέχει στο δείπνο του Κυρίου –στην Εκκλησία, στη μετάνοια, στη Θεία Κοινωνία– τότε γεύεται από τώρα τη χαρά του Παραδείσου». Αμήν!